Ενημερωτικό αιρετού σχετικά με το νέο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εσωτερικών

Ενημέρωση σχετικά με το νέο σχέδιο νόμου (ν/σ) με τίτλο:  «Εκδημοκρατισμός της διοίκησης- Καταπολέμηση Γραφειοκρατίας και Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση-Αποκατάσταση Αδικιών και άλλες διατάξεις»

Το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εσωτερικών περιέχει διατάξεις που ικανοποιούν ένα μέρος των απαιτήσεων και αιτημάτων του κινήματος. Η επαναπρόσληψη των διαθέσιμων-απολυμένων, η ακύρωση πλευρών του πειθαρχικού δικαίου που οδηγούσε σε στραγγαλισμό των δικαιωμάτων των δημοσίων υπαλλήλων και το βήμα προς κατάργηση της πολιτικής επιστράτευσης είναι μια πρώτη νίκη. Είναι αποτέλεσμα των μαχητικών και αποφασιστικών αγώνων του κινήματος όλου του προηγούμενου διαστήματος.  Θετικό σημείο είναι και η κατάργηση του επικίνδυνου αρ. 42 του ν. 4250/2014 για τον επανέλεγχο των συμβάσεων των ΙΔΑΧ του Δημοσίου που στόχευε σαφέστατα σε απολύσεις υπαλλήλων.

Όμως σε όλα αυτά τα θέματα υπάρχουν ημίμετρα ενώ ανακύπτουν βάσει του ν/σ και άλλα σοβαρά ζητήματα που επιτρέπουν στο μέλλον την κατάργηση οργανικών θέσεων αλλά και την εκ νέου (με άλλες δικαιολογίες) ποινικοποίηση και καταστολή των αγώνων.

Α)  Για την πολιτική επιστράτευση γίνεται μετέωρο βήμα. 

Ενώ καταργείται το άρθρο 41 του ν. 3536/2007 (Α’ 42) και το άρθρο 23 του Ν.Δ. 17/ 1974 (Α΄236) (που επέτρεπαν την πολιτική επιστράτευση σε περιπτώσεις απεργίας ειδικά) παραμένει το συνολικό πλαίσιο για την πολιτική επιστράτευση (το σύνολο του Ν.Δ. 17/1974). Η κυβέρνηση διατηρεί τη δυνατότητα πολιτικής επιστράτευσης απεργών με χρήση διασταλτικά της έννοιας για «επίταξη προσωπικών υπηρεσιών» λόγω «ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία» που υπάρχει στο ν/σ. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι μια απεργία των ΟΤΑ, ή μια απεργία των νοσοκομείων ανά πάσα στιγμή μπορεί να κριθεί ότι βλάπτει τη δημόσια υγεία. Ακόμα και η επιστράτευση των εκπαιδευτικών της Β/βάθμιας εκπαίδευσης πριν δύο χρόνια από την κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ είχε χρησιμοποιήσει αυτή τη διάταξη επικουρικά: Οι λόγοι υγείας ήταν το….άγχος των μαθητών!  Επομένως, δεν πρόκειται για συνολική κατάργηση της πολιτικής επιστράτευσης απεργών.

Β) Για το Πειθαρχικό Δίκαιο και την «Αποκατάσταση του τεκμηρίου αθωότητας στην πειθαρχική διαδικασία», το αναγκαίο δημοκρατικό βήμα είναι ημιτελές.

Καταργούνται οι διατάξεις που αφορούν την αυτοδίκαιη αργία (επανέρχεται δηλαδή το τεκμήριο της αθωότητας) και το Ειδικό Πειθαρχικό Παράπτωμα της Μη Απογραφής του Υπαλλήλου (παρ. 6 του άρθρου 25 του ν.4203/2013), με βάση το οποίο είχαν διωχθεί οι απεργοί Διοικητικοί των Πανεπιστημίων και επανέρχονται οι αιρετοί στα πειθαρχικά συμβούλια,  αλλά:

  • Παραμένει το συνολικό πλαίσιο των μνημονιακών νόμωναλλά και του αυταρχικού πειθαρχικού δικαίου (το σύνολο του Ν.4057/2012 και το σύνολο της παραγράφου Ζ του Ν.4093/12 αλλά και του ν. 3584/2007).
  • Δεν υπάρχει η ακύρωση όλων των ποινών που έχουν ήδη επιβληθεί με τις καταργούμενες διατάξεις.
  • Δεν υπάρχει η άμεση παύση πειθαρχικών και διοικητικών διώξεων ενάντια σε εργαζόμενους που συμμετείχαν στην απεργία-αποχή που προκήρυξε η Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
  • Δεν διατυπώνεται η αναστολή εκτέλεσης πειθαρχικής ποινής μέχρις ότου τελεσιδικήσει το ποινικό σκέλος. Δηλαδή η πειθαρχική ποινή εφαρμόζεται ενώ δεν υπάρχει τελεσίδικη καταδίκη στα δικαστήρια!
  • Απαλείφεται μερικώς μόνο το πειθαρχικό αδίκημα «της αναξιοπρεπούς συμπεριφοράς εντός και εκτός υπηρεσίας», που με την ασάφειά του έχει δημιουργήσει «βιομηχανία» πειθαρχικών διώξεων. (Απαλείφεται για πράξεις σχετικές με συνδικαλιστική ή πολιτική δράση).
  • Δεν απαλείφεται το πειθαρχικό αδίκημα της «παραβίασης υποχρέωσης εχεμύθειας» το οποίο χρησιμοποιείται για να αποτρέψει καταγγελίες αυθαιρεσιών της διοίκησης.
  • Συμπεριλαμβάνεταιστα πειθαρχικά παραπτώματα η «αδικαιολόγητη μη εξυπηρέτηση πολιτών και μη έγκαιρη διεκπεραίωση των  υποθέσεων τους σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις», που θα οδηγήσει σε νέα βιομηχανία διώξεων λόγω της μεγάλης αποψίλωσης των υπηρεσιών του δημοσίου.
  • Τέλος, η διατύπωση ότι στο Δευτεροβάθμιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο οι εκπρόσωποι της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. πρέπει να είναι «μόνιμοι υπάλληλοι προϊστάμενοι Διεύθυνσης δημοσίων υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ. ή Περιφερειών», δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει αποδεκτή από το συνδικαλιστικό κίνημα καθώς γίνεται πλασματική η συμμετοχή αιρετών στα β/βάθμια πειθαρχικά αφού αυτοί θα είναι διοικητικοί προϊστάμενοι.

Γ) Για τις Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στο Δημόσιο και τη δυνατότητα Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ)

      Αρχικά το άνοιγμα της συζήτησης για ΣΣΕ είναι το θετικό βήμα. Το αίτημα για ΣΣΕ, βρίσκεται για πολλά χρόνια στο επίκεντρο των διεκδικήσεων του δημοσιοϋπαλληλικού κινήματος. Καταψηφιζόταν δε ως διεκδίκηση ειδικά στη ΔΟΕ από ΔΑΚΕ και ΠΑΣΚ-ΔΗΣΥ όλα αυτά τα χρόνια. Το ότι το ζήτημα ανοίγει είναι νίκη του κινήματος καθώς όλα τα προηγούμενα χρόνια οι κυβερνήσεις εφάρμοζαν “Ενιαία Μισθολόγια” που στην πραγματικότητα ήταν (και είναι και σήμερα) μη ενιαία Φτωχολόγια.

Σύμφωνα με το Σχέδιο Νόμου μόνο η ΑΔΕΔΥ θα διαπραγματεύεται με την Κυβέρνηση τη Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που θα περιλαμβάνει και τις οικονομικές διεκδικήσεις σε συνολικό επίπεδο, στα πλαίσια ενός Ενιαίου Μισθολογίου. Οι Ομοσπονδίες θα υπογράφουν μόνο Ειδικές Συλλογικές Συμβάσεις που «ρυθμίζουν τους όρους και τις συνθήκες απασχόλησης σε σχέση με  ζητήματα, τα οποία αφορούν στις ιδιομορφίες και τις ιδιαίτερες συνθήκες εργασίας επιμέρους χώρων εργασίας. Με τις συμβάσεις αυτές δεν μπορεί να ρυθμίζονται θέματα αμοιβών, που αποτελούν αντικείμενο αποκλειστικά των γενικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας.» (αρ. 5 παρ.3).

Αρνητικό είναι πως μόνο η ΑΔΕΔΥ έχει δικαίωμα διαπραγμάτευσης μισθού. Η δυνατότητα για ΣΣΕ στο Δημόσιο έχει νόημα μόνο αν οι εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα της διαπραγμάτευσης και σε συνολικό αλλά και σε κλαδικό επίπεδο . Εάν η ΑΔΕΔΥ είναι η μόνη που διαπραγματεύεται τα οικονομικά με την εκάστοτε κυβέρνηση και  «κλείνει» κάθε οικονομική διαπραγμάτευση σε όλο το δημόσιο με υπογραφή μιας ΣΣΕ, η οποία μάλιστα στη συνέχεια θα κυρώνεται με νόμο (όπως προβλέπεται στο ν/σ) τότε η κυβέρνηση θα έχει το πλεονέκτημα της «κλειδωμένης» εισοδηματικής πολιτικής με τη συναίνεση του σκ, για όσο διάστημα διαρκεί η ΣΣΕ.

Επιπρόσθετα η διαδικασία που περιγράφεται στο ν/σ είναι άνευ ουσίας αφού αν τελικά  η ΑΔΕΔΥ διαφωνήσει με την κυβέρνηση για το ύψος των μισθών, η κυβέρνηση μπορεί να αρνηθεί την μεσολάβηση και τότε (ελλείψει του θεσμού της υποχρεωτικής διαιτησίας) πάλι η κυβέρνηση νομοθετεί μόνη της!

Ανακεφαλαιωτικά λοιπόν ενώ το άνοιγμα της συζήτησης είναι θετικό η ίδια η ουσία του νομοσχεδίου είναι παραπλανητική καθώς επιχειρεί να θεσμοθετήσει μεν τις ΣΣΕ αλλά «εικονικά» αφού δεν επιτρέπεται στις Ομοσπονδίες να διεκδικήσουν ενώ η κυβέρνηση μπορεί εν τέλει να αποφασίσει μόνη της σε περίπτωση διαφωνίας της ΑΔΕΔΥ.

Δ) Για το σημαντικό κεφάλαιο «Αποκατάσταση αδικιών-επαναφορά προσωπικού-Κινητικότητα»  πέρα από το πολύ θετικό της επανασύστασης καταργηθέντων κλάδων και ειδικοτήτων και οργανικών θέσεων σε καθηγητές δευτεροβάθμιας, διοικητικούς Πανεπιστημίων και Σχολικούς Φύλακες υπάρχουν αρνητικά σημεία όπως:

  • Οι διαθέσιμοι (εκτός από καθηγητές-διοικητικούς πανεπιστημίων-σχολικούς φύλακες και δημοτική αστυνομία) θα επιστρέψουν σε προσωποπαγείς θέσεις, που έχουν το μεγάλο μειονέκτημα ότι καταργούνται με τη συνταξιοδότηση του εργαζόμενου.
  • Μια σειρά εργαζόμενοι δεν επιστρέφουν στις θέσεις τους ή δεν επαναπροσλαμβάνονται με τους ίδιους όρους: αυτοί της κινητικότητας Μανιτάκη (Ν.4093/2012), οι απολυμένοι από τους 151 Οργανισμούς που καταργήθηκαν συγχωνεύτηκαν (Ν. 3895/2010 και 4002/2011), οι 300 περίπου καθαρίστριες του Υπουργείου Οικονομικών που απασχολούνταν στις Εφορείες με μηνιαίες συμβάσεις έργου για μια δεκαετία περίπου. Η επαναφορά του εμβληματικού κλάδου των αγωνιζόμενων καθαριστριών του Υπουργείου Οικονομικών σε προσωποπαγείς θέσεις με τετράωρη!! απασχόληση, δεν μπορεί παρά να αμαυρώνει τη διαδικασία «αποκατάστασης των αδικιών».
  • Ο χρόνος της διαθεσιμότητας και το χρονικό διάστημα της απόλυσης δεν συνυπολογίζεται για κάθε υπηρεσιακή και μισθολογική μεταβολή ή για όλα τα ασφαλιστικά συνταξιοδοτικά δικαιώματα και δεν επιστρέφονται οι χαμένες αποδοχές αυτού του διαστήματος.

Ε) Συμπερασματικά:

Το νομοσχέδιο, είναι μέσα στα πλαίσια και τη λογική του  «δημοσιονομικού κόστους» και των ορίων του πλεονασματικού προϋπολογισμού που ψήφισε η προηγούμενη κυβέρνηση με τη δέσμευση για τις 15.000 προσλήψεις που σε καμία περίπτωση δεν απαντά στις επείγουσες ανάγκες για προσωπικό στην Παιδεία, στην Υγεία, στην τοπική αυτοδιοίκηση αλλά και στις άλλες Υπηρεσίες (και μόνο με την αποδέσμευση Κράτους και Εκκλησίας ως προς την πληρωμή των κληρικών και την καταβολή των μισθών τους από την τεράστια εκκλησιαστική περιουσία, θα μπορούσαν να γίνουν 20.000 επιπλέον διορισμοί).

Η εισαγωγή εκ νέου της κινητικότητας των επανερχόμενων και των νεοπροσλαμβανόμενων, αν και εθελοντικής αυτή τη φορά, είναι ένα από τα πιο σκοτεινά σημεία του νομοσχεδίου. Την ώρα που ο Δημόσιος Τομέας έχει «χάσει» τα τελευταία χρόνια πάνω από 250.000 εργαζόμενους με αποτέλεσμα τη δραματική συρρίκνωση όλων των υπηρεσιών του  αντί λοιπόν να γίνουν νέες προσλήψεις μόνιμου προσωπικού για να υπάρχει επαρκής στελέχωση όλων των υπηρεσιών, ξανανοίγει το ζήτημα της «ορθολογικής κατανομής του προσωπικού», το οποίο δεν αντέχει στην παραμικρή κριτική.

Συνολικά για τα οικονομικά ζητήματα,  το σχέδιο νόμου δεν περιλαμβάνει απολύτως τίποτα. Η διεκδίκηση των απωλειών των εργαζομένων στην προηγούμενη 5ετία παραμένει εκτός ατζέντας της κυβέρνησης και πρέπει να είναι μπροστά στις διεκδικήσεις μας. Το αίτημα για μισθούς και μισθολόγιο που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων είναι άμεσο και δεν μπορεί να περιμένει. Το ξεπάγωμα του μισθολογίου-βαθμολογίου χωρίς προαπαιτούμενα και αξιολογήσεις είναι αίτημα για άμεση ικανοποίηση.

Η κυβέρνηση συνδέει οποιοδήποτε οικονομικό αίτημα με τους περιορισμούς του προϋπολογισμού, και την ανάγκη αποπληρωμής του Χρέους. Με αυτό τον τρόπο όμως, δημιουργούνται οι όροι για συνολικοποίηση του αιτήματος για τη μονομερή  διαγραφή του συνόλου του Χρέους και ένταξη του αιτήματος αυτού στις διεκδικήσεις και τις κινητοποιήσεις όλων των σωματείων.

Πρέπει να γίνει το πολιτικό επίδικο της περιόδου. Το ότι το Χρέος δεν είναι η αιτία της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης είναι δεδομένο, είναι όμως ένα εργαλείο με υπαρκτή βάση που αξιοποιείται από ΕΕ/ΔΝΤ/κεφάλαιο για να εκβιάζονται οι λαοί και να περνάνε οι πολιτικές της εκμετάλλευσης, να ιδιωτικοποιούνται τα κοινωνικά αγαθά και υπηρεσίες, να μειώνεται δραματικά το κόστος της εργατικής δύναμης, να διαλύονται οι εργασιακές σχέσεις και να καταργούνται οι συλλογικές κατακτήσεις των εργαζομένων.

Η πάλη όλων των λαών για συνολική διαγραφή των χρεών είναι βαθειά ταξικό αίτημα και σημείο ενότητας των εργαζομένων όλων των χωρών. Είναι αίτημα συνδεδεμένο με την πάλη για χειραφέτηση των εργαζομένων, για την ανατροπή της κυριαρχίας του κεφαλαίου. Σε αυτή τη συγκυρία, είναι πολιτικό επίδικο που μαζί με την πάλη για αποδέσμευση από την ΕΕ και την ΟΝΕ διαμορφώνει τους όρους για την πολιτική πάλη της εργαζόμενης πλειοψηφίας.

Δε νομιμοποιούμε τη συνέχιση πολιτικών των περικοπών

 Τα σχολεία «ανάσαναν» με το πάγωμα της αξιολόγησης.  Οι υπερασπιστές των μνημονίων και πρόθυμοι αξιολογητές (είτε στελέχη εκπαίδευσης είτε γαλαζοπράσινοι συνδικαλιστές) σταμάτησαν να απειλούν.  Διάφορα μέτρα όπως η εν μέρει κατάργηση της πολιτικής επιστράτευσης, η επαναπρόσληψη των απολυθέντων και η κατάργηση διατάξεων του πειθαρχικού είναι σε θετική κατεύθυνση (αν και μένει να διαπιστωθεί η τελική τους μορφή και η εφαρμογή τους). Η καταστολή του προηγούμενου διαστήματος έχει ατονήσει.

 Δεν ξεχνάμε όμως πως οι μικρές νίκες αυτές δεν είναι επιτεύγματα ή χάρες αλλά νίκες του κινήματος.

 Δεν ξεχνάμε πως δεν έχει ολοκληρωθεί τίποτα καθώς δε δεχόμαστε το όριο των 15.000 προσλήψεων και τον συνυπολογισμό των επανερχόμενων μέσα σε αυτό με την ίδρυση προσωποπαγών θέσεων και όχι οργανικών για πολλούς κλάδους και την αποδοχή των ορίων του προϋπολογισμού των ΠΑΣΟΚ-ΝΔ.

Αρνούμαστε τη μισθολογική καθήλωση, την κινητικότητα, τη μη συνολική κατάργηση των νόμων της αξιολόγησης, του πειθαρχικού, της πολιτικής επιστράτευσης, τη μη επαναφορά όλων των απολυμένων, την εικονική ΣΣΕ με υποβάθμιση του ρόλου των Ομοσπονδιών.

Είναι τώρα λοιπόν αναγκαίο να διεκδικήσουμε τις ανάγκες της κοινωνίας, των εκπαιδευτικών και των σχολείων που δε χωράνε ούτε στη συμφωνία με την ΕΕ ούτε στην εκπλήρωση του προϋπολογισμού του 2015 της προηγούμενης μνημονιακής κυβέρνησης.   

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s